Πράσινα σχολεία ή μήπως γκρίζα;
| 27/02/2011 | Της Φλωρεντίας ΚυθραιώτουΚάθε πρωί στέλνουμε τα παιδιά μας στο σχολείο να μάθουν, να εξερευνήσουν, να φανταστούν, να «εγγραμματιστούν περιβαλλοντικά», όπως προβλέπει και ο κατά τα άλλα φιλόδοξος σχεδιασμός για τα «πράσινα σχολεία». Αλλά τα στέλνουμε σε κτίρια που μοιάζουν με φυλακές ή όπως σωστά το έθεσε ένας κοινωνιολόγος, σε «χώρους στάθμευσης παιδιών».
Στην Κύπρο καθημερινά 112.452 παιδιά και 10.138 εκπαιδευτικοί (σύμφωνα με στοιχεία του 2005-2006) περνούν οκτώ ώρες την ημέρα σε κτίρια που τις περισσότερες φορές έχουν φτωχό εξαερισμό, λανθασμένο φωτισμό, χαμηλής ποιότητας ακουστική, ανεπαρκή συστήματα κλιματισμού. Ο βαθύτερος προβληματισμός για θέματα αρχιτεκτονικού σχεδιασμού των σχολείων, ώστε να κτίζονται σχολεία με χαρακτήρα που να αρμόζει και να προωθεί ένα περιβάλλον μάθησης, εξερεύνησης και παιγνιδιού, φαίνεται να είναι ψιλά γράμματα στην Κύπρο.
Σε αυτές τις φτωχές και τυχαίες κτιριακές εγκαταστάσεις με αυλές που μοιάζουν με βομβαρδισμένο τοπίο, εφαρμόζεται το κατά τα άλλα φιλόδοξο σχέδιο του Υπουργείου Παιδείας για το περιβάλλον στο εκπαιδευτικό σύστημα της Κύπρου και το οποίο θα ολοκληρωθεί μέχρι το 2012. Το παράδοξο της υπόθεσης είναι ότι το Υπουργείο ονόμασε τα σχολεία αυτά «πράσινα», λόγω των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που θα προωθηθούν. Τα οποία είναι όντως αναγκαία και έχουν το φιλόδοξο στόχο να καταρτίσουν τα παιδιά σε θέματα περιβαλλοντικά με σύγχρονες εκπαιδευτικές μεθόδους.
Και, όμως, ο όρος «πράσινα σχολεία», διεθνώς, τόσο στην Ευρώπη όσο και τις ΗΠΑ, έχει αποκτήσει μια εντελώς διαφορετική έννοια. Τα «πράσινα σχολεία» ονομάζονται έτσι επειδή είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα με βάση τη βιοκλιματική αρχιτεκτονική, χρησιμοποιούν εναλλακτικές πηγές ενέργειας, φροντίζουν με επιμέλεια την ακουστική, το φωτισμό, τον εξαερισμό και προωθούν την αειφορία (sustainability). Στις ΗΠΑ υπάρχει μάλιστα το LEED (Leadership of Energy and Enviromental Design), αλλά και το US Creen Building Council, τα οποία σε συνεργασία με τις κοινοτικές αρχές λαμβάνουν υπόψη τη σχέση αρχιτεκτονικής και περιβάλλοντος και πόσo αυτή η σύνδεση επηρεάζει τη μάθηση (ωραία παραδείγματα από σχολεία σε όλο τον κόσμο που σχεδιάστηκαν με βάση την αρχή της αειφορίας, μπορεί κάποιος να δει στο βιβλίο του Alan Ford: Designing the Sustainable School). Στη γειτονική μας Ελλάδα λειτούργησαν πρόσφατα, όπως διαβάζουμε στον Τύπο, τα πρώτα πράσινα σχολεία και νηπιαγωγεία. «Το πρώτο πράσινο σχολείο λειτουργεί εδώ και ένα χρόνο στο Παλαιό Φάληρο. Πρόκειται για ένα σχολείο που αγαπά και σέβεται το περιβάλλον, καθώς κυριαρχεί η παρουσία των φυτών, στους περιβάλλοντες χώρους, ενώ το κτίριο είναι ανεξάρτητο ενεργειακά. Το 6ο νηπιαγωγείο του Παλαιού Φαλήρου είναι το πρώτο βιοκλιματικό σχολείο, ενώ στα σχέδια του Υπουργείου Παιδείας αλλά και του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων είναι μέσα στα επόμενα χρόνια δηλαδή μέχρι το 2012, να δημιουργηθούν 1233 ακόμα τέτοια σχολεία». (Εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος, 11/12/2007).
Μόνο μερικές φωτεινές εξαιρέσεις
ΣΤΗΝ Κύπρο εκτός από μερικές φωτεινές εξαιρέσεις που απλά επιβεβαιώνουν τον κανόνα, τα περισσότερα σχολεία σχεδιάστηκαν με μια πληκτική έως και τρομοκρατική ομοιομορφία, με βάση ένα πρότυπο περασμένων δεκαετιών: Χωρίς μελέτη των εξωτερικών και εσωτερικών χώρων, χωρίς καθόλου βλάστηση, χωρίς στεγασμένους εξωτερικούς χώρους, χωρίς καμιά έγνοια για βιοκλιματικό σχεδιασμό, με μεγάλα ασφαλτοστρωμένα γήπεδα που υποκαθιστούν την «αυλή». Ούτως ώστε να μην υπάρχει χώρος να κρυφτείς, να παίξεις, να διαφοροποιηθείς. Από αυτά τα μεγάλα και γυμνά από βλάστηση γήπεδα, απουσιάζει μόνο ένας πύργος-παρατηρητήριο, όπως στις φυλακές, όπου ο φρουρός μπορεί να έχει πλήρη εποπτεία των φυλακισμένων. Σχολεία χωρίς χρώμα, χωρίς ενδιαφέρον, χωρίς χώρους για να ανακαλυφθούν και να αγαπηθούν από τα παιδιά. Και όπου υπήρχε κάποτε χώμα ή βλάστηση, όπως σε μερικά από τα σχολεία που μπορεί κάποιοι από εμάς να πρόλαβαν πριν από τον «εκσυγχρονισμό» της μίζερης δεκαετίας του εβδομήντα και ογδόντα, τώρα τα κάλυψε όλα το μπετόν και η άσφαλτος. Μετά από αίτημα ίσως κάποιου Συνδέσμου Γονέων που δεν ήθελε τα παιδιά να λερώνονται ή να έρχονται σε επαφή με τη γη. Όταν γράφτηκε το άρθρο δεν είχε υιοθετηθεί ακόμη το μάθημα της κηπουρικής. Και επειδή οφείλουμε να επιδοκιμάζουμε και όχι μόνο να γκρινιάζουμε αναφέρουμε ότι κάποια σχολεία, όπως διαβάσαμε πρόσφατα στον Τύπο, δημιουργούν τους δικούς τους λαχανόκηπους. Καιρός ήταν.
Δύο βραβευμένα σχολεία που ξεχώρισαν
ΑΝΑΦΕΡΘΗΚΑΜΕ σε κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις σχολείων των οποίων η αρχιτεκτονική τόλμησε να συνεισφέρει στο έργο της σωστής διδασκαλίας δημιουργώντας ένα περιβάλλον φιλικό, το οποίο προωθεί την επικοινωνία μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών, συμφιλιώνει τον κόσμο των ενηλίκων με τον κόσμο των παιδιών, δίνει σημασία στο τοπίο και στον περιβάλλοντα χώρο. Με λίγα λόγια δεν μένει απλώς στην πρώτη και βασική ανάγκη: Τη στέγαση της διδασκαλίας. Πάει και ένα βήμα πάρα πέρα: Στις αξίες που διέπουν την αρχιτεκτονική, τη σχέση της αρχιτεκτονικής με τη μάθηση και τη διδασκαλία. Δεν είναι ακριβώς «πράσινα» με την έννοια που αναλύσαμε πιο πάνω, είναι όμως φιλικά προς το περιβάλλον και έχουν χαρακτήρα. Παρ’ όλη την καλή προσπάθεια των αρχιτεκτόνων, το πράσινο είναι και πάλι ο μεγάλος απών. Φταίει το υπουργείo, οι δάσκαλοι, οι γονείς;
*Το Β΄ Δημοτικό Σχολείο Αυγόρου: Σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Ζήνωνα Σιερεπεκλή και λειτούργησε το 1997. Το 1998 κέρδισε το Κρατικό Βραβείο Αρχιτεκτονικής στην κατηγορία «Αξιόλογο Αρχιτεκτονικό Έργο».
Η σύνθεση χαρακτηρίζεται από έναν πλούσιο ρυθμό χωρικών εμπειριών με έντονα τα στοιχεία της διαμπερότητας, της συμμετοχής και της εύκολης ανάγνωσης-αναγνώρισης των σχέσεων μεταξύ των χώρων. Ο αρχιτέκτονας ανέτρεψε τη συνήθη τυπολογία «στρατώνα» που χαρακτηρίζει τα περισσότερα σχολεία (όπου οι τάξεις παρατάσσονται σε σειρά και οι χώροι υγιεινής βρίσκονται μακριά και εκτός αιθουσών) και εξασφάλισε τη δυνατότητα διαμπερούς αερισμού των τάξεων. Παράλληλα η εμπειρία του χώρου διευρύνεται με την αλληλοδιαδοχή στάσης-κίνησης, φωτός-σκιάς, χρωμάτων-υλικών, και μακρινών οπτικών φυγών. Η παρεμβολή μικρών αυλών μεταξύ των αιθουσών ικανοποιεί το αίσθημα της «εδαφοκυριαρχίας» για τις μικρές ηλικίες και η οργάνωση του χώρου εμπλουτίζεται και συντελείται στην κλίμακα του παιδιού. Το έργο αυτό επιλέγηκε για δημοσίευση στον κατάλογο των «φιναλίστ» στα πλαίσια του 5ου Ευρωπαϊκού Βραβείου Αρχιτεκτονικής Mies Van Der Rohe 1997.
*Β΄ Δημοτικό Σχολείο Αγίου Αθανασίου: Σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα του έργου Θεοχάρη Δαβίδ, η συνεισφορά της αρχιτεκτονικής προς την μόρφωση σ’ ένα σύγχρονο κόσμο είναι να δημιουργεί ένα περιβάλλον φιλικό που να διευκολύνει την επικοινωνία μεταξύ του δασκάλου και του μαθητευόμενου. Προτεραιότητα στο σχεδιασμό του Β΄ Δημοτικού Σχολείου Αγίου Αθανασίου είχε η δημιουργία ενός τέτοιου περιβάλλοντος. Δόθηκε ύψιστη σημασία στη σωστή αξιοποίηση του υφιστάμενου τοπίου μέσω μιας λιτής αρχιτεκτονικής που να διασκεδάζει τη δραστηριότητα και παρουσία των μαθητών. Το οικόπεδο που παραχωρήθηκε για την ανέγερση του σχολείου παρουσίαζε λόγω της μορφολογίας του τοπίου τη δυνατότητα χωροθέτησης του κτιρίου με ιδιόρρυθμο τρόπο στο δυτικό άκρο του οικοπέδου. Έτσι, σαν μια ακρόπολη, το σχολείο δεσπόζει πάνω από τον Άγιο Αθανάσιο και τη γύρω περιοχή με εξαίρετη αμφιθεατρική θέα προς τη Λεμεσό και τη θάλασσά της. Η εκμετάλλευση της υπέροχης θέας έγινε προς όφελος των μαθητών με την τοποθέτηση όλων των αιθουσών διδασκαλίας και της βιβλιοθήκης στη δυτική άκρη του οικοπέδου. To κτίριο ολοκληρώθηκε και λειτούργησε το 2000. Το 2004 ήταν υποψήφιο για τα Κρατικά Βραβεία Αρχιτεκτονικής και το 2005 χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο Παιδείας ως «πρότυπο» για το σχεδιασμό και την ανέγερση νέων δημοτικών σχολείων
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου