Το κάλλος των κήπων.........................της Μαρίας Χαράμη
ΒΗΜΑDECO ΜΑΙΟΥ
Οταν ακούω γκρίνιες για τη συννεφιά και τις βροχούλες, ε θυμώνω. Στο κολιέ των αιώνων οι μάυρες χάντρες δήλωναν τις χρονιές ξηρασίας με τη συνακόλουθη σιτοδεία.
Σκέφτομαι τις λιτανείες των απελπισμένων ανθρώπων που δέονταν για μια μπόρα. Η λειψυδρία λογίζεται συμφορά. Η αναβροχιά έκρουε τα σήμαντρα του θανάτου. Και όχι το αντίθετο. Το νερό συνομωτεί με τη γονιμότητα, την αφθονία. Με τη ζωή κοντολογίς. Αλλά να αποκοπήκαμε από τις χθόνιες συνδέσεις και την αγροτική μας καταγωγή. Και μαζί γίναμε ανιστόρητοι. Ακούμε τον κάθε σαχλαμάρα να ποθεί τροπικούς χειμώνες και την αέναη αιθρία, σωπαίνοντας.
Ευτυχώς, λοιπόν, εφέτος έβρεξε. Το καλοκαίρι θα ποτίσουμε λιγότερο επειδή η γή φύλαξε νεράκι στα αυλάκια της. Και θα απολαύσουμε ωραίους κήπους. Η μήπως όχι;
Μήπως και ονειρευόμαι ξυπνητή ή απλώς εκφράζω ευσεβείς πόθους;
Η μήπως πάλι διατυπώνω πλαγίως το παράπονο μουγια τους αδιάφορους κήπους και τα μπαλκόνια της Αθήνας; Κοίταξτε γύρω μας. Το φούλ της γιούκας και των leylands. Στην ύπαιθρο τα πράγματα μοιάζουν καλύτερα, μια και η φύση συχνά εισβάλλει στο αστικό τοπίο. Στο Πήλιο υπάρχει η παράδοση, στην Σπάρτη εχω δει περιποιημένα περιβόλια, στην Υδρα θυμάμαι τεράστιες μανόλιες και τενεκέδες με γρδένιες και φούλια, στις Σπέτσες άκουσα ότι σε μερικά καινούργια σπίτια έφτιαξαν ζηλευτούς μπαξέδες.
Τα τελευταία χρόνια συγγένεψα -εξ αγχιστείας-με ένα εκ των βορινών προαστίων που μάλιστα χαρακτηρίζεται "ανθούπολις. Περπατώ οδηγώ,
χαζεύω. Δύο μόνο, κήπους ξεχώρησα. Ο ένας φέρει τη γοητεία της ψιλοεγκατάλειψης. Μια παλιά μονοκατοικία διώροφη, οχι μεγάλη, ξεθωριασμένη, με πολύ ελεύεθρο χώρο μπροστά στο κτίσμα, με κάμποσες γέρικες τριανταφυλλιές και στην εξώθυρα δύο ξεβαμμένες πήλινες γλάστρες με υπέροχους κάκτους. Κακό feng -shui, καλή αισθητική.
Το έτερο περιβόλι έχει λαχανικά και εξάισια λουλούδια. Μια πελώρια αναρριχώμενη κρεμ-κίτρινη τριανταφυλλιά στεφανώνει τη σιδερένια καμπύλη της εισόδου. και όλες οι άλλε, θεέ μου, υγιέστατες , φροντισμένες, φτιάχνουν λιμπιστερά ρόδα.
Με την την εναλλαγή των εποχών βλέπουμε διαφορετικές ανθοφορίες, διαφορετικών φυτών. Μόλις έπεφτε η νύχτα, ακροποδητί με το ψαλίδι μου έκοβα άνθη.
Μέχρι που με τσάκωσαν και με μάλωσαν.
Με τούτεςτις δύο εξαιρέσεις, οι υπόλοιποι κήποι μια πληξάρα. Μα αν οχι εδώ, τότε που; μονολογώ. Διότι αναμφιβόλως μέσα σε τούτα τα πλουσιόσπιτα θα υπάρχουν ακριβά έπιπλα, έργα τέχνης, χειροποιητα χαλιά, κρυστάλλινα φωτιστικά, ασημικά & σερβίτσια. Οι ανθρωποι ασμένως δαπανούν σε καναπέδες, αιώρες και πισίνες δίχως να νοιάζονται για το περιβάλλον τους. Λάθος. Η κηποτεχνία ανέκαθεν εξέφραζε την αρχοντιά . Την καλαισθησία. Και αν οι ρηγάδες, οι μαρκήσιοι, οι εύποροι δημιουργούσαν τις Bagatelle και τους φαμόζους ιταλιάνικους ή εγγλέζικους κήπους, οι φτωχοί νοικοκυραίοι έφτιαχναν το δικό τους όμορφο κηπάκο. Με νοιάξιμο, με προσωπική εργασία, με την αγάπη του καλού και του ωραίου. Με γνώση επίσης. Η κηπουρική δείχνει μιαν ευγενική καρδιά.
Και όποιος δεν ξέρει να ξεχωρίσει τη Βελανιδιά από την καστανιά, την παιώνια από τη Βιολέτα, έχει μια τρύπα στη μόρφωση του. Χάνει, φτωχαίνει, αφυδατώνεται. Το να φυτέψουμε , να ποτίσουμε, να αναστήσουμε και να δούμε συγκινημένοι να λουλουδιάζει ένα φυτό , ένα δενδράκι, μας αλλάζει. Δίνει μια πρόσθετη ουσιαστική διάσταση στη ματιά και στον βίο μας. Μας μαθαίνει, επίσης, να περιμένουμε και να υπομένουμε.
Οταν ακούω γκρίνιες για τη συννεφιά και τις βροχούλες, ε θυμώνω. Στο κολιέ των αιώνων οι μάυρες χάντρες δήλωναν τις χρονιές ξηρασίας με τη συνακόλουθη σιτοδεία.
Σκέφτομαι τις λιτανείες των απελπισμένων ανθρώπων που δέονταν για μια μπόρα. Η λειψυδρία λογίζεται συμφορά. Η αναβροχιά έκρουε τα σήμαντρα του θανάτου. Και όχι το αντίθετο. Το νερό συνομωτεί με τη γονιμότητα, την αφθονία. Με τη ζωή κοντολογίς. Αλλά να αποκοπήκαμε από τις χθόνιες συνδέσεις και την αγροτική μας καταγωγή. Και μαζί γίναμε ανιστόρητοι. Ακούμε τον κάθε σαχλαμάρα να ποθεί τροπικούς χειμώνες και την αέναη αιθρία, σωπαίνοντας.
Ευτυχώς, λοιπόν, εφέτος έβρεξε. Το καλοκαίρι θα ποτίσουμε λιγότερο επειδή η γή φύλαξε νεράκι στα αυλάκια της. Και θα απολαύσουμε ωραίους κήπους. Η μήπως όχι;
Μήπως και ονειρευόμαι ξυπνητή ή απλώς εκφράζω ευσεβείς πόθους;
Η μήπως πάλι διατυπώνω πλαγίως το παράπονο μουγια τους αδιάφορους κήπους και τα μπαλκόνια της Αθήνας; Κοίταξτε γύρω μας. Το φούλ της γιούκας και των leylands. Στην ύπαιθρο τα πράγματα μοιάζουν καλύτερα, μια και η φύση συχνά εισβάλλει στο αστικό τοπίο. Στο Πήλιο υπάρχει η παράδοση, στην Σπάρτη εχω δει περιποιημένα περιβόλια, στην Υδρα θυμάμαι τεράστιες μανόλιες και τενεκέδες με γρδένιες και φούλια, στις Σπέτσες άκουσα ότι σε μερικά καινούργια σπίτια έφτιαξαν ζηλευτούς μπαξέδες.
Τα τελευταία χρόνια συγγένεψα -εξ αγχιστείας-με ένα εκ των βορινών προαστίων που μάλιστα χαρακτηρίζεται "ανθούπολις. Περπατώ οδηγώ,
χαζεύω. Δύο μόνο, κήπους ξεχώρησα. Ο ένας φέρει τη γοητεία της ψιλοεγκατάλειψης. Μια παλιά μονοκατοικία διώροφη, οχι μεγάλη, ξεθωριασμένη, με πολύ ελεύεθρο χώρο μπροστά στο κτίσμα, με κάμποσες γέρικες τριανταφυλλιές και στην εξώθυρα δύο ξεβαμμένες πήλινες γλάστρες με υπέροχους κάκτους. Κακό feng -shui, καλή αισθητική.
Το έτερο περιβόλι έχει λαχανικά και εξάισια λουλούδια. Μια πελώρια αναρριχώμενη κρεμ-κίτρινη τριανταφυλλιά στεφανώνει τη σιδερένια καμπύλη της εισόδου. και όλες οι άλλε, θεέ μου, υγιέστατες , φροντισμένες, φτιάχνουν λιμπιστερά ρόδα.
Με την την εναλλαγή των εποχών βλέπουμε διαφορετικές ανθοφορίες, διαφορετικών φυτών. Μόλις έπεφτε η νύχτα, ακροποδητί με το ψαλίδι μου έκοβα άνθη.
Μέχρι που με τσάκωσαν και με μάλωσαν.
Με τούτεςτις δύο εξαιρέσεις, οι υπόλοιποι κήποι μια πληξάρα. Μα αν οχι εδώ, τότε που; μονολογώ. Διότι αναμφιβόλως μέσα σε τούτα τα πλουσιόσπιτα θα υπάρχουν ακριβά έπιπλα, έργα τέχνης, χειροποιητα χαλιά, κρυστάλλινα φωτιστικά, ασημικά & σερβίτσια. Οι ανθρωποι ασμένως δαπανούν σε καναπέδες, αιώρες και πισίνες δίχως να νοιάζονται για το περιβάλλον τους. Λάθος. Η κηποτεχνία ανέκαθεν εξέφραζε την αρχοντιά . Την καλαισθησία. Και αν οι ρηγάδες, οι μαρκήσιοι, οι εύποροι δημιουργούσαν τις Bagatelle και τους φαμόζους ιταλιάνικους ή εγγλέζικους κήπους, οι φτωχοί νοικοκυραίοι έφτιαχναν το δικό τους όμορφο κηπάκο. Με νοιάξιμο, με προσωπική εργασία, με την αγάπη του καλού και του ωραίου. Με γνώση επίσης. Η κηπουρική δείχνει μιαν ευγενική καρδιά.
Και όποιος δεν ξέρει να ξεχωρίσει τη Βελανιδιά από την καστανιά, την παιώνια από τη Βιολέτα, έχει μια τρύπα στη μόρφωση του. Χάνει, φτωχαίνει, αφυδατώνεται. Το να φυτέψουμε , να ποτίσουμε, να αναστήσουμε και να δούμε συγκινημένοι να λουλουδιάζει ένα φυτό , ένα δενδράκι, μας αλλάζει. Δίνει μια πρόσθετη ουσιαστική διάσταση στη ματιά και στον βίο μας. Μας μαθαίνει, επίσης, να περιμένουμε και να υπομένουμε.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου