Μελία
Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Melia Azedarach ( Μελία η Αζεδαράχειος). Συνώνυμο της είναι το Arbor fraxinifolio. Η ονομασία Μελία δεν ανταποκρίνεται προς την πραγματικότητα γιατί έτσι ονομάζουμε άλλο δέντρο (Φράξινος) που φύεται στα δάση της χώρας μας. Στην πραγματικότητα ονομάζεται ψευδομελία και περιλαμβάνει 5 είδη. Στη χώρα μας το συναντούμε με τις ονομασίες Πασχαλιά (σε όλη την Ελλάδα σχεδόν την αποκαλούν έτσι γιατί ανθίζει τον Απρίλιο μαζί με την Πασχαλιά και τα άνθη τους μοιάζουν), Σολωμό (Νάξο), Μοσχοκαρφιά, Μελιά, Αγριοπασχαλιά, Λίλας των Ινδιών, Φράξος. Στην Κύπρο την ονομάζουν και Λουλουδιά ή Μαυρομάτα.
Ανήκει στην οικογένεια των Ιπποκαστανεωδών ή των Μελιωδών.
Είναι δέντρο ιθαγενές σε Ινδίες, Αυστραλία και Β. Αμερική. Έχει εισαχθεί εδώ και πολλά χρόνια στην Ελλάδα όπου έχει εγκλιματισθεί ως καλλωπιστικό φυτό. Κυρίως χρησιμοποιείται σε δενδροστοιχίες στα νότια μέρη της χώρας μας. Είναι μεγάλο φυλλοβόλο δένδρο με γρήγορη ανάπτυξη, που έχει φλοιό τεφρομελανό, ρογμώδη, ξύλο σκληρό και βαρύ και αντέχει στη σκόνη και τα καυσαέρια των πόλεων. Πλούσιο φύλλωμα με φύλλα δις πτεροσχιδή, μακρόμισχα, με φυλλάρια 2,5 έως 5 εκατοστών, ωοειδή – λογχοειδή, μυτερά, πριονωτά. Άνθη γαλαζοβιολετιά, αρωματικά, σε μεγάλους ποδίσκους. Καρπός σχεδόν στρογγυλός, με διάμετρο 6-18 χιλιοστά, κίτρινος. Φτάνει σε ύψος και τα 4 μέτρα και είναι από τα εξαίρετα καλλωπιστικά φυτά γιατί ανθίζει πρώιμα.
Ιστορικά στοιχεία:
Είναι βότανο γνωστό από την αρχαιότητα. Το ξύλο του δέντρου το χρησιμοποιούσαν στην εβενουργική και στην τόρνευση. Ο Όμηρος αναφέρει ότι έφτιαχναν λόγχες από το ξύλο του.
Ο μεγάλος Άραβας γιατρός Αβικένας, αναφέρει πως το φυτό είναι τοξικό. Το χρησιμοποιούσε σε μικρές δόσεις σαν εμμηναγωγό, ορεκτικό και κατευναστικό. Τις ιδιότητες αυτές επιβεβαίωσαν μετά από μελέτη και οι Μπερτόν, Βαλεντίν και Γκριφόν Ντουβάλ. Στις Ινδίες από τους καρπούς της αγριοπασχαλιάς, εκθλίβουν κάποιο έλαιο το οποίο χρησιμοποιούν ως φωτιστικό. Από την λιπαρά – κηρώδη ουσία που περιέχουν κατασκευάζουν κεριά τα οποία καίγονται χωρίς να αφήνουν άσχημη οσμή. Τα σπέρματα του καρπού τα χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή κομπολογιών τα οποία αποκαλούσαν «άγιο ξύλο». Παραδοσιακά στην Βόρεια Ινδία την χρησιμοποιούσαν εξωτερικά σε εγκαύματα (το φρέσκο απόσταγμα των φύλλων) και σε περιπτώσεις ουλίτιδας με στοματικές πλύσεις.
Στην Ινδία επίσης χρησιμοποιούσαν το έγχυμα του φλοιού σε περιπτώσεις βλεννόρροιας. Για την θεραπεία της νόσου έπιναν 30-50 ml δυο φορές την ημέρα. Κατά την διάρκεια της θεραπείας δεν επιτρεπόταν να καταναλώνουν μπαχαρικά. Το έγχυμα το χρησιμοποιούσαν επίσης σε αιμορροΐδες που φλεγμαίνουν. Για την θεραπεία τους έπιναν 5 ml τρις φορές την ημέρα.
Χρησιμοποιούσαν επίσης το απόσταγμα των φύλλων του δέντρου σε πυρετούς. Η δοσολογία τους ήταν 5-10 ml δυο φορές την ημέρα για 7 ημέρες. Εσωτερικά επίσης το έλαιο των καρπών το έπιναν σε περιπτώσεις είναι πυρετού από ελονοσία και σε λέπρα. Στην Ευρώπη βοτανοθεραπευτές που ασχολήθηκαν με το φυτό, ανακάλυψαν και άλλες θεραπευτικές ιδιότητες, όπως την φθειροκτόνο (καταστρέφει τις ψείρες της κεφαλής, του σώματος και του εφηβαίου), την αντιφαλακρωτική (προλαβαίνει την φαλάκρα και αυξάνει την τριχοφυΐα). Οι Πέρσες εδώ και εκατονταετίες κατασκεύαζαν από τον καρπό του φυτού, αλοιφή που θεράπευε την ψώρα και τον άχωρα (κασσίδα) του τριχωτού και των ονύχων.
Στην Αμερική από το λάδι των σπερμάτων κατασκεύαζαν αλοιφή για τους ρευματισμούς, το δε καρπό τον χρησιμοποιούσαν ως ανθελμινθικό. Το έλαιο του φυτού το χρησιμοποιούσαν κατά των κακοηθών και διαλειπόντων πυρετών και για τόνωση των εξαντλημένων οργανισμών, σε περιόδους αναρρώσεων. Το χρησιμοποιούσαν ακόμη για επούλωση πληγών, εκδορών κ.α. Ο Biett δοκίμασε τον πολτό των καρπών σε παιδιά, τα οποία παρουσίασαν ασήμαντες ενοχλήσεις, αλλά παράλληλα απέβαλαν τις έλμινθες από τις οποίες έπασχαν. Οι ανθελμινθικές ιδιότητες του φυτού, είναι δραστικότερες στις ρίζες. Αυτές οφείλονται σε ένα δραστικό συστατικό του φυτού, το οποίο ονομάζεται Αζαριδίνη.
Συστατικά-χαρακτήρας:
Περιέχει στεροειδή και τριτερπενοειδή.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη - συλλογή:
Το δέντρο ανθίζει την άνοιξη. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται οι καρποί και ο φλοιός του κορμού ή της ρίζας.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Κάποτε το φυτό αυτό το θεωρούσαν δηλητηριώδες. Σε μικρές δόσεις όμως είναι εμμηναγωγό, ορεκτικό και κατευναστικό. Ο φλοιός και τα φύλλα του δέντρου έχουν ανθελμινθικές ιδιότητες. Τα φύλλα έχουν αντιφλεγμονώδη δράση. Φλοιός, ρίζα και φύλλα έχουν εμετική δράση και τα φύλλα έχουν επιπλέον εντομοκτόνο δράση.
Σε εσωτερική λήψη τα εγκάρδιο ξύλο του δέντρου δρα θετικά σε άσθμα. Τα φύλλα δρουν θετικά σε κρυολογήματα και δυσκοιλιότητα. Τα άνθη είναι ωφέλιμα σε γρίπη και εμπύρετα νοσήματα. Οι ρίζες δρουν θετικά σε ελονοσία, δηλητηριάσεις και ελμινθίαση.
Σε εξωτερική χρήση τα φύλλα κάνουν καλό σε έκζεμα και τα άνθη δίνουν ένα έγχυμα το οποίο καταστρέφει τις ψείρες της κεφαλής και του σώματος. Προλαβαίνει την φαλάκρα και αυξάνει την τριχοφυΐα.
Από το λάδι των καρπών του παρασκευάζεται αλοιφή για τους ρευματισμούς και τον καρπό τον χρησιμοποιούμε ως ανθελμινθικό. Το λάδι του επίσης είναι πολύ καλό για τόνωση του οργανισμού και κατά των πυρετών. Το αφέψημα των φύλλων είναι ορεκτικό και τονωτικό. Το απόσταγμα των φύλλων έχει εντομοαπωθητική δράση στα ρούχα. Το λάδι των ώριμων καρπών σε εξωτερική χρήση είναι χρήσιμο σε προβλήματα ρευματισμών. Το έλαιο είναι το δραστικότερο θεραπευτικό μέρος του φυτού. Χρησιμοποιείται ως αντισηπτικό σε πληγές και έλκη που καθυστερούν να επουλωθούν. Χρησιμοποιείται επίσης σε ρευματισμούς και δερματικές ασθένειες όπως λειχήνα και ψωρίαση.
Έρευνες απέδειξαν ότι δρα εναντίον του απλού έρπητα-1 που ενοχοποιείται για τον επιχείλιο έρπη.
Παρασκευή και δοσολογία:
Τα φύλλα παρασκευάζονται ως έγχυμα. Φλοιός, ρίζα και εγκάρδιο ξύλο παρασκευάζονται ως αφέψημα. Το αφέψημα της ρίζας παρασκευάζεται βράζοντας 2-2,5 γραμμάρια ξηρού βοτάνου σε ένα φλιτζάνι νερό για 10 λεπτά. Αν θέλουμε του προσθέτουμε μέλι. Το βάμμα του βοτάνου είναι τονωτικό και η ημερήσια δόση είναι 2-3 γραμμάρια.
Η δοσολογία για το έμβρεγμα των ριζών είναι 6 γραμμάρια ρίζας για 300 γραμμάρια νερό.
Προφυλάξεις:
Απαιτείται μεγάλη προσοχή στην χρήση του βοτάνου για θεραπευτικούς σκοπούς. Πρέπει να γνωρίζουμε την κατάλληλη δοσολογία σε κάθε περίπτωση.
Υπερβολή στη δόση μπορεί να προκαλέσει ναυτία, εμετούς και διάρροια. Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, γιατί μπορεί να προκαλέσει αποβολή.
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Melia Azedarach ( Μελία η Αζεδαράχειος). Συνώνυμο της είναι το Arbor fraxinifolio. Η ονομασία Μελία δεν ανταποκρίνεται προς την πραγματικότητα γιατί έτσι ονομάζουμε άλλο δέντρο (Φράξινος) που φύεται στα δάση της χώρας μας. Στην πραγματικότητα ονομάζεται ψευδομελία και περιλαμβάνει 5 είδη. Στη χώρα μας το συναντούμε με τις ονομασίες Πασχαλιά (σε όλη την Ελλάδα σχεδόν την αποκαλούν έτσι γιατί ανθίζει τον Απρίλιο μαζί με την Πασχαλιά και τα άνθη τους μοιάζουν), Σολωμό (Νάξο), Μοσχοκαρφιά, Μελιά, Αγριοπασχαλιά, Λίλας των Ινδιών, Φράξος. Στην Κύπρο την ονομάζουν και Λουλουδιά ή Μαυρομάτα.
Ανήκει στην οικογένεια των Ιπποκαστανεωδών ή των Μελιωδών.
Είναι δέντρο ιθαγενές σε Ινδίες, Αυστραλία και Β. Αμερική. Έχει εισαχθεί εδώ και πολλά χρόνια στην Ελλάδα όπου έχει εγκλιματισθεί ως καλλωπιστικό φυτό. Κυρίως χρησιμοποιείται σε δενδροστοιχίες στα νότια μέρη της χώρας μας. Είναι μεγάλο φυλλοβόλο δένδρο με γρήγορη ανάπτυξη, που έχει φλοιό τεφρομελανό, ρογμώδη, ξύλο σκληρό και βαρύ και αντέχει στη σκόνη και τα καυσαέρια των πόλεων. Πλούσιο φύλλωμα με φύλλα δις πτεροσχιδή, μακρόμισχα, με φυλλάρια 2,5 έως 5 εκατοστών, ωοειδή – λογχοειδή, μυτερά, πριονωτά. Άνθη γαλαζοβιολετιά, αρωματικά, σε μεγάλους ποδίσκους. Καρπός σχεδόν στρογγυλός, με διάμετρο 6-18 χιλιοστά, κίτρινος. Φτάνει σε ύψος και τα 4 μέτρα και είναι από τα εξαίρετα καλλωπιστικά φυτά γιατί ανθίζει πρώιμα.
Ιστορικά στοιχεία:
Είναι βότανο γνωστό από την αρχαιότητα. Το ξύλο του δέντρου το χρησιμοποιούσαν στην εβενουργική και στην τόρνευση. Ο Όμηρος αναφέρει ότι έφτιαχναν λόγχες από το ξύλο του.
Ο μεγάλος Άραβας γιατρός Αβικένας, αναφέρει πως το φυτό είναι τοξικό. Το χρησιμοποιούσε σε μικρές δόσεις σαν εμμηναγωγό, ορεκτικό και κατευναστικό. Τις ιδιότητες αυτές επιβεβαίωσαν μετά από μελέτη και οι Μπερτόν, Βαλεντίν και Γκριφόν Ντουβάλ. Στις Ινδίες από τους καρπούς της αγριοπασχαλιάς, εκθλίβουν κάποιο έλαιο το οποίο χρησιμοποιούν ως φωτιστικό. Από την λιπαρά – κηρώδη ουσία που περιέχουν κατασκευάζουν κεριά τα οποία καίγονται χωρίς να αφήνουν άσχημη οσμή. Τα σπέρματα του καρπού τα χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή κομπολογιών τα οποία αποκαλούσαν «άγιο ξύλο». Παραδοσιακά στην Βόρεια Ινδία την χρησιμοποιούσαν εξωτερικά σε εγκαύματα (το φρέσκο απόσταγμα των φύλλων) και σε περιπτώσεις ουλίτιδας με στοματικές πλύσεις.
Στην Ινδία επίσης χρησιμοποιούσαν το έγχυμα του φλοιού σε περιπτώσεις βλεννόρροιας. Για την θεραπεία της νόσου έπιναν 30-50 ml δυο φορές την ημέρα. Κατά την διάρκεια της θεραπείας δεν επιτρεπόταν να καταναλώνουν μπαχαρικά. Το έγχυμα το χρησιμοποιούσαν επίσης σε αιμορροΐδες που φλεγμαίνουν. Για την θεραπεία τους έπιναν 5 ml τρις φορές την ημέρα.
Χρησιμοποιούσαν επίσης το απόσταγμα των φύλλων του δέντρου σε πυρετούς. Η δοσολογία τους ήταν 5-10 ml δυο φορές την ημέρα για 7 ημέρες. Εσωτερικά επίσης το έλαιο των καρπών το έπιναν σε περιπτώσεις είναι πυρετού από ελονοσία και σε λέπρα. Στην Ευρώπη βοτανοθεραπευτές που ασχολήθηκαν με το φυτό, ανακάλυψαν και άλλες θεραπευτικές ιδιότητες, όπως την φθειροκτόνο (καταστρέφει τις ψείρες της κεφαλής, του σώματος και του εφηβαίου), την αντιφαλακρωτική (προλαβαίνει την φαλάκρα και αυξάνει την τριχοφυΐα). Οι Πέρσες εδώ και εκατονταετίες κατασκεύαζαν από τον καρπό του φυτού, αλοιφή που θεράπευε την ψώρα και τον άχωρα (κασσίδα) του τριχωτού και των ονύχων.
Στην Αμερική από το λάδι των σπερμάτων κατασκεύαζαν αλοιφή για τους ρευματισμούς, το δε καρπό τον χρησιμοποιούσαν ως ανθελμινθικό. Το έλαιο του φυτού το χρησιμοποιούσαν κατά των κακοηθών και διαλειπόντων πυρετών και για τόνωση των εξαντλημένων οργανισμών, σε περιόδους αναρρώσεων. Το χρησιμοποιούσαν ακόμη για επούλωση πληγών, εκδορών κ.α. Ο Biett δοκίμασε τον πολτό των καρπών σε παιδιά, τα οποία παρουσίασαν ασήμαντες ενοχλήσεις, αλλά παράλληλα απέβαλαν τις έλμινθες από τις οποίες έπασχαν. Οι ανθελμινθικές ιδιότητες του φυτού, είναι δραστικότερες στις ρίζες. Αυτές οφείλονται σε ένα δραστικό συστατικό του φυτού, το οποίο ονομάζεται Αζαριδίνη.
Συστατικά-χαρακτήρας:
Περιέχει στεροειδή και τριτερπενοειδή.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη - συλλογή:
Το δέντρο ανθίζει την άνοιξη. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται οι καρποί και ο φλοιός του κορμού ή της ρίζας.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Κάποτε το φυτό αυτό το θεωρούσαν δηλητηριώδες. Σε μικρές δόσεις όμως είναι εμμηναγωγό, ορεκτικό και κατευναστικό. Ο φλοιός και τα φύλλα του δέντρου έχουν ανθελμινθικές ιδιότητες. Τα φύλλα έχουν αντιφλεγμονώδη δράση. Φλοιός, ρίζα και φύλλα έχουν εμετική δράση και τα φύλλα έχουν επιπλέον εντομοκτόνο δράση.
Σε εσωτερική λήψη τα εγκάρδιο ξύλο του δέντρου δρα θετικά σε άσθμα. Τα φύλλα δρουν θετικά σε κρυολογήματα και δυσκοιλιότητα. Τα άνθη είναι ωφέλιμα σε γρίπη και εμπύρετα νοσήματα. Οι ρίζες δρουν θετικά σε ελονοσία, δηλητηριάσεις και ελμινθίαση.
Σε εξωτερική χρήση τα φύλλα κάνουν καλό σε έκζεμα και τα άνθη δίνουν ένα έγχυμα το οποίο καταστρέφει τις ψείρες της κεφαλής και του σώματος. Προλαβαίνει την φαλάκρα και αυξάνει την τριχοφυΐα.
Από το λάδι των καρπών του παρασκευάζεται αλοιφή για τους ρευματισμούς και τον καρπό τον χρησιμοποιούμε ως ανθελμινθικό. Το λάδι του επίσης είναι πολύ καλό για τόνωση του οργανισμού και κατά των πυρετών. Το αφέψημα των φύλλων είναι ορεκτικό και τονωτικό. Το απόσταγμα των φύλλων έχει εντομοαπωθητική δράση στα ρούχα. Το λάδι των ώριμων καρπών σε εξωτερική χρήση είναι χρήσιμο σε προβλήματα ρευματισμών. Το έλαιο είναι το δραστικότερο θεραπευτικό μέρος του φυτού. Χρησιμοποιείται ως αντισηπτικό σε πληγές και έλκη που καθυστερούν να επουλωθούν. Χρησιμοποιείται επίσης σε ρευματισμούς και δερματικές ασθένειες όπως λειχήνα και ψωρίαση.
Έρευνες απέδειξαν ότι δρα εναντίον του απλού έρπητα-1 που ενοχοποιείται για τον επιχείλιο έρπη.
Παρασκευή και δοσολογία:
Τα φύλλα παρασκευάζονται ως έγχυμα. Φλοιός, ρίζα και εγκάρδιο ξύλο παρασκευάζονται ως αφέψημα. Το αφέψημα της ρίζας παρασκευάζεται βράζοντας 2-2,5 γραμμάρια ξηρού βοτάνου σε ένα φλιτζάνι νερό για 10 λεπτά. Αν θέλουμε του προσθέτουμε μέλι. Το βάμμα του βοτάνου είναι τονωτικό και η ημερήσια δόση είναι 2-3 γραμμάρια.
Η δοσολογία για το έμβρεγμα των ριζών είναι 6 γραμμάρια ρίζας για 300 γραμμάρια νερό.
Προφυλάξεις:
Απαιτείται μεγάλη προσοχή στην χρήση του βοτάνου για θεραπευτικούς σκοπούς. Πρέπει να γνωρίζουμε την κατάλληλη δοσολογία σε κάθε περίπτωση.
Υπερβολή στη δόση μπορεί να προκαλέσει ναυτία, εμετούς και διάρροια. Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, γιατί μπορεί να προκαλέσει αποβολή.
Η ρίζες προχωρούν κατω
ΑπάντησηΔιαγραφή